Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012

Κύπρος και Μνημόνιο


Οι προεκτάσεις της οικονομικής κρίσης στην καθημερινότητα είναι απτές. Και φυσικά τα πράγματα μπορεί να γίνουν τρισχειρότερα. Το συγγενικό μας παράδειγμα στην Ελλάδα κάνει τις επιπτώσεις ακόμη πιο αδυσώπητες. Ανεργία, άστεγοι, άνθρωποι καταπλακωμένοι από τις υποχρεώσεις στο χείλος της κοινωνικής και ψυχολογικής εξαθλίωσης. Εκείνο που δεν είναι φανερό και απτό είναι οι επιπτώσεις στην άσκηση εθνικής πολιτικής και κρατικής κυριαρχίας. Αυτό από μόνο του ακούεται θεωρητικό και απροσδιόριστο που όμως από ιστορικής άποψης είναι καθοριστικό και ουσιώδες. Άλλωστε, η μείωση ή και απώλεια κοινωνικών και εργατικών ωφελημάτων, μπορεί να αποκατασταθεί μελλοντικά εφόσον η οικονομία το επιτρέπει. Ο ακρωτηριασμός της κυριαρχίας όμως, πως μπορεί να αποκατασταθεί σε μια καθημαγμένη πατρίδα με τον Τουρκικό λύκο να παραμονεύει;
Ένα μνημόνιο οικονομικών μέτρων για την Κύπρο μπορεί από τεχνοκρατικής άποψης να δημιουργεί ανακούφιση. Εντούτοις, υπάρχουν σοβαροί κίνδυνοι που φαντάζουν αδιανόητοι, που πρέπει να υποδειχθούν αφού αρκετά αδιανόητα τελικά επισυνέβηκαν τα τελευταία χρόνια. Το παράδειγμα της Ελλάδας παραμένει σκληρό μάθημα προς αποφυγή για την Κύπρο με τους δανειστές να επιβάλλουν όρους με στόχο τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας. Δυστυχώς, οι ευθύνες για το σημερινό αδυσώπητο σταυροδρόμι  -με το τραπεζικό σύστημα που για δεκαετίες ετύγχανε και τυγχάνει προνομιακής μεταχείρισης, να έχει κύρια ευθύνη-, δεν έγινε πλήρως  αντιληπτό από την κοινωνία η οποία πνίγεται στην καθημερινή βιοπάλη.
Το 2004, η Κύπρος αψηφώντας τις απειλές και παρακάμπτοντας τις συνωμοσίες επέλεξε να απορρίψει το Σχ. Ανάν για καλύτερο μέλλον. Δεν σημαίνει πως οι επιβουλές και συνομωσίες τέλειωσαν. Αντιθέτως, εφόσον τα κίνητρα υπάρχουν, θα πρέπει να γίνονται με ακόμη μεγαλύτερη πανουργία. Αν αποκρούστηκε τότε εκείνη η Αγγλο–Τουρκική συνωμοσία με στόχο την Κυπριακή ΑΟΖ και τον υποθαλάσσιο ενεργειακό πλούτο, η επιβουλή υπάρχει διότι το γεωστρατηγικό κεφάλαιο παραμένει και αποτελεί ιστορική ευκαιρία αιώνων.
Δεν ισχυριζόμαστε πως η Κύπρος θα απωλέσει την ευκαιρία αιώνων για αξιοποίηση του ενεργειακού πλούτου επειδή θα αποδεχτεί το όποιο μνημόνιο. Το αποτέλεσμα και το περιεχόμενο της όποιας συμφωνίας είναι που θα μετρήσει. Αλλά, προκαλεί εντύπωση που διάφοροι πολιτικοί και τεχνοκράτες παρουσιάζουν την τρόικα (με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο σε πρωταγωνιστικό ρόλο) άλλοτε ως συνεργατικό ίδρυμα και άλλοτε ως  φιλανθρωπική στέγη που αγωνιά για να διασώσει την κυπριακή οικονομία. Πριν μερικούς μήνες, δικοί μας αρμόδιοι συναντήθηκαν με το ΔΝΤ για συμβουλές στην διαχείριση των υδρογονανθράκων. Μακάρι να προτρέχουμε και να μην υπάρχει η παραμικρή σκέψη στην πολιτική και «τεχνοκρατική» ηγεσία. Επειδή όμως αρκετά αδιανόητα συνέβηκαν τα τελευταία χρόνια, ασχολούμαστε και με αυτό το αδιανόητο. Άλλωστε, όταν πρωτοεμφανίστηκε το Σχ. Ανάν, θεωρήθηκε αδιανόητο και τελικά μέσα από αδιανόητα λάθη, βρεθήκαμε ένα βήμα πριν το βάραθρο. Οι ευθύνες των τραπεζών και τα οικονομικά μέτρα είναι ένα πράγμα για το οποίο έπρεπε να ληφθούν μέτρα εδώ και καιρό. Προσωπικά, αισθάνομαι εκτεθειμένος που πίστωνα την ηγεσία ότι μπροστά στους φοβερούς κινδύνους, θα κινηθεί πέραν από ιδεολογίες και πολιτικές σκοπιμότητες. Η διαχείριση της σχέσης με το Ισραήλ, έδινε λόγο να προσδοκούμε. Δυστυχώς, στην οικονομία επικράτησαν άλλες σκοπιμότητες όπως άλλωστε ομολογεί πρώην Υπουργός Οικονομικών αρμόδιος για τα δημόσια οικονομικά με βιβλίο του, θεωρώντας προφανώς ότι του αξίζει ο έπαινος.     
Μπορεί σήμερα οι κομματικές ηγεσίες ιδίως ΔΗΣΥ - ΑΚΕΛ να «σφάζονται» ενόψει των προεδρικών αφού έτσι συμφέρει αλλά η σύγκλισή τους στο θέμα παραμένει. Το βάρος πέφτει ξανά στους πολίτες για εγρήγορση ώστε η ευκαιρία αιώνων που ο λαός διέσωσε, να διαφυλαχτεί και να μην υποθηκευτεί με την όποια πρόφαση. Η άσκηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων στην ΑΟΖ είναι μονόδρομος χωρίς επιστροφή. Όποια δικαιολογία για ακρωτηριασμό της κυριαρχίας, θα μας επαναφέρει σε τροχιά μνημονίου υποταγής στην Τουρκία και σε νέους δυνάστες. 
Κώστας Μαυρίδης -  Διδάκτωρ Χρηματοοικονομικής                mavrides@ucy.ac.cy                                     

Παρασκευή 22 Ιουνίου 2012

Πολιτική, Επιστήμη και Οικονομία

Στα ολοκληρωτικά καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού και σε δικτατορικά/φασιστικά καθεστώτα, συχνά η επιστήμη (και τέχνη) στρατεύτηκαν με το ζόρι να υπηρετήσουν ιδεολογήματα και σκοπιμότητες της εξουσίας. Δυστυχώς και στο πολίτευμα της σύγχρονης δημοκρατίας με ατομική πολιτική ελευθερία, συχνά η διαχείριση της οικονομίας καταντά εργαλείο πολιτικών σκοπιμοτήτων και εκλογικών στοχεύσεων. Η Κύπρος δεν αποτελεί εξαίρεση. Κυπριακή ιδιαιτερότητα αποτελεί ίσως η ευκολία και ο τρόπος που η επιστήμη υποτάσσεται στις πολιτικές σκοπιμότητες.   
Απέναντι στο επερχόμενο οικονομικό τσουνάμι, κάθε απώλεια πολύτιμου χρόνου και πολύτιμων κρατικών πόρων και ευκαιριών, συνιστά έγκλημα εναντίον της κοινωνίας. Πρωτίστως όσοι προβάλλονται ως τεχνοκράτες οφείλουν να υπερασπιστούν το σωστό ενάντια στον οδοστρωτήρα των πολιτικών σκοπιμοτήτων. Άλλωστε, εν μέσω μιας πρωτοφανούς κρίσης (που συμβαίνει μια φορά κάθε … αιώνα), η λήψη αποφάσεων κανονικά λαμβάνεται με απόλυτο κριτήριο το δημόσιο συμφέρον ενώ κάθε άλλη σκοπιμότητα παραγνωρίζεται.
Στην Κύπρο ένας πρώην Υπουργός Οικονομικών ομολογεί εκ των υστέρων - προφανώς χωρίς να το αντιλαμβάνεται– την επικράτηση των σκοπιμοτήτων την κρίσιμη ώρα. Αυτό φανερώνουν οι αναφορές του σε «εκλογικό κέρδος για το κυβερνών κόμμα» από την εσπευσμένη ανακοίνωση επένδυσης από το Κατάρ, «λογική των δαπανών, στα υπουργεία, [που] είναι αμιγώς πολιτική ή κομματική», «πολύ μεγάλες σπατάλες» και «μεγάλες πολιτικές πιέσεις», μαζί με την δική του παρέμβαση σε διεθνή οίκο για να αναβάλει την προγραμματισμένη έκθεση μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2011. Αυτά διότι «σεβόταν την πολιτική της κυβέρνησης». Στην ουσία, η επιστήμη και η προσωπική ευθύνη για προάσπιση της κοινωνίας και των απλών ανθρώπων, υποτάχθηκαν μπροστά στην «πολιτική της κυβέρνησης». 
Συμπεριφορές όπως πιο πάνω υπάρχουν πολλές. Αναφέρω ενδεικτικά την διαχείριση μιας πρόσθετη αξίας (!) 700 περίπου εκατομμυρίων ευρώ που προέκυψε πριν μερικά χρόνια από συγχώνευση τραπεζών και αναγνωρίστηκε στις οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας αφού έτυχε έγκρισης από διοίκηση και Διοικητικό Συμβούλιο της Τράπεζας, εσωτερικούς ελεγκτές,  ανεξάρτητους εξωτερικούς ελεγκτές και αρμόδια εποπτικά όργανα χωρίς να υπάρχει καταγραμμένη ένσταση κανενός. Εκείνη η πρόσθετη αξία (!) ΟΛΟΚΛΗΡΗ κρίθηκε πριν μερικούς μήνες ότι έχει μηδενιστεί χωρίς την οποιαδήποτε ένσταση. Η επιστήμη ξανά και ξανά υποτάσσεται σε σκοπιμότητες με τον κανόνα της σιωπής να επικρατεί.
Συμπεριφορές σύγχυσης επιστήμης και πολιτικής έχουμε και σε ιδεολογικό επίπεδο. Χαρακτηριστική και επίκαιρη περίπτωση όσοι είχαν προμετωπίδα της ιδεολογίας τους την ελεύθερη οικονομία, υποτίθεται. Υποτίθεται, διότι προφανώς αλλάζουν ιδεολογία κατά που συμφέρει. Στους καλούς καιρούς -πριν την καταιγίδα –στιγμάτιζαν την κρατική εποπτεία ως «βάρος στις πλάτες του επιχειρηματικού κόσμου» και «στρέβλωση της ελεύθερης οικονομίας».  Αλλά με ευκολία αποδέχτηκαν να φορτωθούν στον  φορολογούμενο 1.8 δις ευρώ για να διασφαλιστεί η λειτουργία ιδιωτικής τράπεζας (λόγω ζημιών της) χωρίς να έχουν εξαντληθούν άλλες επιλογές. Και ένα μήνα μετά ανακάλυψαν ότι υπάρχει μηχανισμός στήριξης. Και επειδή κάτι ξέρουμε, ρωτάμε: Υπήρχε δυνατότητα εξαγοράς της τράπεζας από ξένη τράπεζα, που θα κατέληγε σε περικοπές με  άμεση απόλυση σημαντικού αριθμού υψηλόβαθμων στελεχών της τράπεζας, χωρίς όμως μετακύλυση κόστους στον φορολογούμενο; Εκείνοι που πριν λίγα χρόνια επέκριναν δριμύτατα το κράτος ως «ανίκανο επιχειρηματία» σήμερα έκριναν απόλυτα αναγκαίο να βάλει το κράτος την  πλάτη του από κάτω για να καλύψει μιαν ιδιωτική τράπεζα (με 1.8 δις) και με την διοίκηση στη θέση της. Κατόπιν εορτής, η λαϊκή κατακραυγή υποχρέωσε κάποιους να παραιτηθούν. Πάντως, ιδεολογία καλού  καιρού με καταφυγή στο κράτος στους κακούς καιρούς, δεν είναι ιδεολογία, είναι σκοπιμότητα.       
Επιμένουμε για μήνες πως το μερίδιο ευθύνης του καθενός μόνο μια έρευνα θα το καταδείξει. Ανεξάρτητα όμως, εν μέσω της πρωτοφανούς καταιγίδας, το δημόσιο συμφέρον ως κριτήριο όλων των αποφάσεων επιβάλλει ως πρώτο μέτρο να αρχίσουν οι τράπεζες να ξαναδανείζουν. Σε αυτό έπρεπε να επικεντρωθεί η Κυβέρνηση. Αυτό επιβάλλει και η επιστήμη.
Κώστας Μαυρίδης                                                   mavrides@ucy.ac.cy

Παρασκευή 15 Ιουνίου 2012

Πολιτική και Οικονομία(2)


Η κατάσταση στις τράπεζες και τα δημόσια οικονομικά δεν μπορεί να διαχωριστεί.  Έτσι ήταν απότην αρχή της κρίσης. Άλλωστε, από την αρχή οι διεθνείς οίκοι επεσήμαναν και τις δύο πηγές κινδύνου για την Κύπρο: τον τραπεζικό τομέα και την συνεχή διάβρωση των δημόσιων οικονομικών δειχτών. Με αναπόφευκτο πως η ανάγκη κρατικής στήριξης των τραπεζών θα συμπαρέσυρε περαιτέρω τα δημόσια οικονομικά. Αυτό επιβεβαίωσε και η πιο πρόσφατη υποβάθμιση της κυπριακής οικονομίας που τα συνδέει. Ωστόσο, στο εγχώριο προσκήνιο καθένας επιλέγει  να αναδεικνύει εκείνο που τον συμφέρει.
Σήμερα, όσοι γνωρίζουμε από οικονομικά –και απωθούμε πολιτικές σκοπιμότητες από το σκεπτικό μας–, δεν φορτώνουμε στην Κυβέρνηση την … παγκόσμια οικονομική κρίση. Εντούτοις, κύριο σημείο διαφωνίας είναι κατά πόσον υπήρξε σωστή διαχείριση και ειδικότερα, εάν τα μέτρα ήταν επαρκή στο χρονικό σημείο που λήφθηκαν. Το ερώτημα αφορά εκείνους που είχαν την ευθύνη και διακριτική εξουσία λόγω πολιτικής ή εποπτικής αρμοδιότητας για να αξιολογηθεί κατά πόσο η πολιτική διαχείριση μολύνθηκε από σκοπιμότητες (π.χ. παραχωρήσεις και παρεμβάσεις ενόψει εκλογών, προσωπικές φιλοδοξίες, δεσμεύσεις ή εμμονές κ.ά.) εις βάρος άλλων προτεραιοτήτων που επέβαλλε η κρίση. Απώλεια πολύτιμου χρόνου και απώλεια πολύτιμων δημόσιων πόρων απέναντι στο επερχόμενο οικονομικό τσουνάμι, δημιουργεί ασήκωτες ευθύνες.  Επικράτησε λοιπόν απόλυτα ως κριτήριο στην κρίσιμη ώρα το δημόσιο συμφέρον ή παρείσφρυσαν άλλες σκοπιμότητες;
Η  κριτική δεν πηγάζει από εμπάθεια εναντίον οποιουδήποτε αλλά στρέφεται εναντίον ενός βαθιά εμπεδωμένου συγκροτήματος εξουσίας με το τραπεζικό σύστημα στο κέντρο, με προσβάσεις σε παντός είδους εξουσίας ώστε να διασφαλίζει πρωτίστως το δικό του όφελος. Αυτή η επιρροή και δύναμη «πειθαρχεί» πολλούς και ταυτοχρόνως, γεννοβολά φαύλες συμπεριφορές εις βάρος του συμφέροντος της κοινωνίας και των απλών πολιτών. Το πρόβλημα για τους σημερινούς κυβερνώντες είναι που ένας δικός τους πρώην Υπουργός Οικονομικών και τραπεζίτης ομολογεί –προφανώς χωρίς να το αντιλαμβάνεται– εκείνο που οι ίδιοι επιμένουν να αρνιούνται. Ο πρώην Υπουργός περιγράφοντας τη λήψη οικονομικών αποφάσεων στο κρίσιμο χρονικό διάστημα αναφέρεται σε «εκλογικό κέρδος για το κυβερνών κόμμα» από την εσπευσμένη ανακοίνωση επένδυσης από το Κατάρ, «λογική των δαπανών, στα υπουργεία, [που] είναι αμιγώς πολιτική ή κομματική», «πολύ μεγάλες σπατάλες» και «μεγάλες πολιτικές πιέσεις» κ.ά. Ακόμη και ο ίδιος έκρινε ως προτεραιότητα να παρέμβει προς διεθνή οίκο για να αναβάλει την προγραμματισμένη έκθεση μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2011. Για όλα αυτά, κύρια αιτιολόγηση ήταν διότι «σεβόταν την πολιτική της κυβέρνησης»… Το γεγονός ότι δεν σκέφτηκε πως μπορεί το σωστό να ήταν να διαφωνήσει έμπρακτα και να μην «σεβαστεί την πολιτική της κυβέρνησης» επειδή αυτό επέβαλλε το συμφέρον της κοινωνίας και των απλών ανθρώπων που υπερτερεί, αποκαλύπτει  μια υπεροψία και κατάπτωση πέραν από τα οικονομικά. Εν ολίγοις, διαπιστώνεται σπατάλη υπερ-πολύτιμων κρατικών πόρων εν μέσω μιας πρωτοφανούς κρίσης με χιλιάδες ανέργους, χωρίς καν αντίληψη των ασήκωτων προσωπικών ευθυνών. Τέτοια δείγματα της επικρατούσας συμπεριφοράς υπήρξαν και από άλλους, που ο χώρος ενός άρθρου δεν επιτρέπει να καταγραφούν. 
Σε μιαν άλλη χώρα στην Ευρώπη η οποία ταλανίστηκε από  οικονομική κατάχρηση και ασωτία, η κοινωνία κατάφερε να κινήσει νομική διαδικασία εναντίον πολιτικών, τραπεζιτών (της κεντρικής τράπεζας και ιδιωτικών τραπεζών) και πολλών άλλων που καταχράστηκαν την δημόσια εμπιστοσύνη και την εξουσία που κατείχαν και ενήργησαν εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος. Δεν προσδοκούμε πως αυτά θα υιοθετηθούν στην Κύπρο και ούτε έχουμε πλήρη γνώση όσων έγιναν. Προσδοκούσαμε όμως πως εν μέσω της πρωτοφανούς καταιγίδας που μας καταποντίζει, το δημόσιο συμφέρον θα επικρατήσει των πολιτικών σκοπιμοτήτων. Δυστυχώς, η οικονομική κατάπτωση αποκαλύπτει και μιαν άλλη κατάπτωση που καταδυναστεύει όσους πιστεύουν πως αξίζει να αγωνίζεσαι για πράγματα πέραν από τα ευτελή και τις σκοπιμότητες.
Κώστας Μαυρίδης                                                   mavrides@ucy.ac.cy

Παρασκευή 8 Ιουνίου 2012

Πολιτική και Οικονομία

Η μεγάλη τρύπα του τραπεζικού τομέα της Κύπρου εξαιτίας της έκθεσης στα ελλαδικά ομόλογα και στην οικονομία γενικότερα, ήταν διαπίστωση που διάφοροι διεθνείς οίκοι υποδείκνυαν για πάνω από δύο περίπου χρόνια. Στις κατά καιρούς εκθέσεις τους κατέγραφαν τον τεράστιο κίνδυνο για ζημιές του τραπεζικού τομέα με συνακόλουθες ανυπολόγιστες επιπτώσεις στο σύνολο της κυπριακής οικονομίας. Επιπλέον, στις εκθέσεις καταγραφόταν ξεχωριστά η συνεχής διάβρωση των δημόσιων οικονομικών (κρατικών  δειχτών) της Κύπρου, με την αλληλοσύνδεση των δύο. Οι δύο αυτές διαπιστώσεις περιλαμβάνονταν στις εκθέσεις τους, τις οποίες αρμόδιοι, εποπτικά όργανα και διοικήσεις τραπεζών γνώριζαν. Όποιος επικεντρώνεται στο ένα μόνο, όποτε αυτό βολεύει πολιτικά, μπορεί να σκοράρει πρόσκαιρα, αλλά όπως αποδείχτηκε, είναι θέμα χρόνου να επισυμβεί η αδυσώπητη πραγματικότητα.
Φυσικά, οι διοικήσεις των τραπεζών που ενεπλάκησαν σε δραστηριότητες ανάληψης κινδύνου (κερδοσκοπίας) τις οποίες βάφτισαν «διασπορά κινδύνου» φέρουν την πρώτιστη ευθύνη. Η αγορά ομολόγων στο Χρηματιστήριο σε τιμή 50% κάτω από την κανονική, δείχνει πως δεν πρόκειται για διασπορά (μείωση) αλλά για ανάληψη κινδύνου. Η δε τοποθέτηση εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ σε τέτοιες κερδοσκοπικές κινήσεις, γινόταν καθώς οι υφιστάμενες επενδύσεις σε παρόμοια ομόλογα συσσώρευαν τεράστιες ζημιές λόγω ακριβώς του δραματικά αυξανόμενου κινδύνου τους. Η εμμονή μιας διοίκησης στην ανάληψη ρίσκου (ώστε να αποκομίσει τεράστια μπόνους σε περίπτωση κερδών) που συχνά καταλήγει σε ζημιές, κανονικά αφορά τους μετόχους της τράπεζας, εφόσον το κράτος δεν εμπλέκεται. Μόνο που εδώ κρίθηκε αναγκαία η κρατική στήριξη για μεταφορά των ζημιών στον φορολογούμενο. Παρεμπιπτόντως, από την αρχή της χρονιάς η συγκεκριμένη τράπεζα με εμπιστευτικές επιστολές της ζητούσε κρατική παρέμβαση για να ανταπεξέλθει ενώ δημόσια διαβεβαίωνε ότι «το πρόβλημα είναι διαχειρίσιμο για την τράπεζα»… Μια έρευνα θα φανερώσει πολλά!  
Όταν αναπόφευκτα αποκαλύφθηκε το τεράστιο πρόβλημα, η πολιτική ενεπλάκη ενεργά στην οικονομία. Η κρατική παρέμβαση σε τέτοιου είδους ακραίες καταστάσεις, γίνεται κάτω από αδιαπραγμάτευτες προϋποθέσεις και μόνο στην περίπτωση που το κόστος στον φορολογούμενο από κατάρρευση της τράπεζας υπερτερεί του κόστους της κρατικής στήριξης. Και το ξεκαθαρίζουμε. Η απουσία στήριξης (δηλ. η μη κρατική παρέμβαση)  μιας τράπεζας, δεν εξυπακούει κατ΄ανάγκην κατάρρευση της τράπεζας. Υπάρχουν πολλού είδους διευθετήσεις –χωρίς άμεση κρατική στήριξη– που δυνατόν να διασφαλίζουν την λειτουργία π.χ. εξαγορά από άλλη τράπεζα, συγχώνευση κ.ά. Τέτοιες διευθετήσεις δεν «φορτώνουν» στον φορολογούμενο τις ζημιές και αφήνουν τους κανόνες της αγοράς να λειτουργήσουν για τιμωρία της διοίκησης, για περικοπές. Στην προκειμένη περίπτωση, προέκυψε παρέμβαση και στη συνέχεια επικράτησε μια περίεργη  «πειθαρχία» σιωπής από εκείνους που για χρόνια υπερασπίζονταν κατά τα άλλα θεωρητικά την οικονομία της αγοράς και κατατρόπωναν το κράτος. Επιπρόσθετα, κάποιοι αρμόδιοι προέβαλαν εκ των υστέρων αιτιολόγηση ότι «τα κρατικά ομόλογα θεωρητικά δεν έχουν κίνδυνο». Μόνο που και πάλι υπάρχει η αδυσώπητη πραγματικότητα, όσο και να επικαλούνται θεωρίες.
Σε περίπτωση κρατικής στήριξης (ως έσχατης επιλογής κατόπιν εξαντλητικής μελέτης όλων των εναλλακτικών επιλογών), πέραν της αυτονόητης παραδειγματικής τιμωρίας της ανίκανης και ενδεχομένως νομικά εκτεθειμένης διοίκησης, η παρέμβαση γίνεται με τρόπο  που διασφαλίζεται ο πάτος. Εν ολίγοις, αν τα πράγματα χειροτερέψουν, ο φορολογούμενος δεν θα φορτωθεί άλλο κόστος. Στην προκειμένη περίπτωση αυτό παραγνωρίστηκε και κρίθηκε σημαντικό να διασφαλιστεί το αντίθετο: αν τα πράγματα πάνε καλά στα επόμενα 5 χρόνια, το κράτος θα μπορεί να εξέλθει με κάποιο κέρδος. Και ΤΩΡΑ γίνεται λόγος για προσφυγή στον μηχανισμό στήριξης των τραπεζών! 
Aπό την μια η μολυσμένη από το κομματικό συμφέρον πολιτική συμπεριφορά και από την άλλη θεωρίες ντυμένες ως «επιστήμη» που όμως δεν αφορούν την πραγματικότητα, δεν αφήνουν καθαρό ορίζοντα στον απλό κόσμο για να κρίνει.  Εν τω μεταξύ, η  τεράστια τρύπα ζημιών φορτώθηκε στον φορολογούμενο χωρίς ποτέ να διασφαλιστεί ο πάτος και χωρίς να επιβληθεί παραδειγματική τιμωρία στην διοίκηση.
Κώστας Μαυρίδης                 mavrides@ucy.ac.cy