Έχουν προβληθεί
διάφορες επικρίσεις για τη νέα προσέγγιση που υιοθέτησε ο Πρόεδρος στο Κυπριακό.
Για παράδειγμα, επικρίνεται γιατί ενώ δεσμεύτηκε σε συλλογικότητα, τώρα «πρώτα
αποφασίζει και μετά ενημερώνει». Γιατί, μίλησε για την «σοφία των πολλών», αλλά
αποδέχτηκε μόνος του μια τουρκική απαίτηση -που παρουσιάζεται ως δική του
πρωτοβουλία- η οποία παραπέμπει σε τετραμερή διάσκεψη. Και άλλα τέτοια…
Θα ακολουθήσουμε
διαφορετική διαδρομή με ορθολογιστική αξιολόγηση της ουσίας και όχι θεμάτων τακτικής
ή προεκλογικών δεσμεύσεων. Άλλωστε, η
νέα προσέγγιση εντάσσεται στην συγκεκριμένη σχολή σκέψης που αυτοπροβάλλεται ότι
αξιολογεί τις συνθήκες με βάση τον «πατριωτικό ορθολογισμό». Θα ήταν λοιπόν ωφέλιμο
(αρεστό δεν ξέρω) να αξιολογηθεί ο ορθολογισμός της νέας προσέγγισης με βάση
την ΟΥΣΙΑ της αντιπαλότητας με την Τουρκία, πέραν άλλων υποδεέστερων πτυχών που
είναι κατανοητό να εξυπακούει.
Το 2004 πρωτοστατήσαμε και στη συνέχεια ορθολογιστικά αναδείξαμε τον επικείμενο
γεωπολιτικό σεισμό στην Αν. Μεσόγειο με επίκεντρο τον ενεργειακό πλούτο και την
μοναδική ευκαιρία για την Κύπρο. Η Κυπριακή Δημοκρατία κατάφερε να επιβιώσει το
1974 και τις έκτοτε παγίδες, αλλά δεν ανέτρεψε την τουρκική κατοχή. Διότι, η
Τουρκία -πέραν από τα προσχήματα για δήθεν αποκατάσταση του συντάγματος ή προστασία
των Τ/κ- θεωρεί τον έλεγχο της Κύπρου
«ζωτικό της συμφέρον» για επέκταση στην Αν. Μεσόγειο. Και φυσικά, αναζητεί
ευκαιρία για ματαίωση ενός τέτοιου εγχειρήματος υπέρ της Κύπρου, η οποία στηρίζεται
σε μια σύγκλιση συμφερόντων χωρών που παρεμποδίζει μια ωμή τουρκική στρατιωτική
επέμβαση και διανοίγει προοπτική εξόδου από την οικονομική δυσπραγία αλλά και των
δυσβάσταχτων κατοχικών δεδομένων. Προπάντων, ακυρώνει το τουρκικό όραμα, που
είναι ο δικός μας εφιάλτης. Συνοπτικά και ορθολογιστικά, η Τουρκία έχει
συγκεκριμένους στόχους για στρατηγικό έλεγχο της Κύπρου για επέκταση της στην
Αν Μεσόγειο. Και για τον πλέον άπιστο ή σκεπτικιστή, το «Στρατηγικό Βάθος» του Νταβούτογλου δεν
αφήνει αμφιβολίες.
Όπως ήδη προβάλλεται,
η νέα προσέγγιση εντάσσεται σε μια διαφορετική τακτική που ακολουθεί ήπιο
λεκτικό (π.χ. αντί για τουρκική κατοχή, έγινε αναφορά σε status quo) η οποία μαζί με την δρομολογούμενη
διαδικασία μπορεί να οδηγήσουν σε λύση. Ωστόσο, μια αποδεκτή λύση προϋποθέτει
ότι η Τουρκία θα αναγκαστεί να την αποδεκτεί, κάνοντας παραχωρήσεις από τις στρατηγικές
της επιδιώξεις. Το κύριο ζητούμενο για όποιον ρεαλιστικά αναζητεί αποδεκτή λύση
είναι να πείσει ορθολογιστικά πως η Τουρκία θα συμβιβαστεί. Πάντως, μια κατευναστική
πολιτική με υποχωρήσεις τακτικής ή διαδικασίας, με ήπιο λεκτικό και άλλα
τέτοια, δεν αποτελούν ορθολογισμό για σωστή λύση εάν δεν συνδέονται με την
ουσία. Μια προσέγγιση που παραβλέπει τον ορθολογισμό και την ουσία, καταλήγει
σε λύση-διάλυση (με νέες υποχωρήσεις εκ μέρους μας). Γι αυτό, θα ήταν απαραίτητο
(και ωφέλιμο) να τεκμηριωθεί ορθολογιστικά πως η νέα προσέγγιση στριμώχνει την Τουρκία
να εγκαταλείψει τις πάγιες επιδιώξεις της. Και το εννοούμε καλόπιστα.
Εάν όντως ο
Πρόεδρος δεν θα ενδώσει στις τουρκικές αξιώσεις (έχει αποκηρύξει κατ΄επανάληψην
σχέδια τύπου Ανάν), ποια παράμετρος θα επιβάλει στην Τουρκία σημαντικό κόστος από
την παραμονή της κατάστασης ως έχει ώστε ορθολογιστικά να οδηγηθεί σε έναν
αποδεκτό συμβιβασμό; Ενόψει εξελίξεων στην Αν. Μεσόγειο με δυναμική ανατροπής
υπέρ μας, πως η νέα προσέγγιση λειτουργεί βοηθητικά και δεν ακυρώνει την ουσία; Διαφορετικά, η Κύπρος θα βγει χαμένη με τον χρόνο
να εμπεδώνει την κατοχή και εις βάρος μας πολιτικά και νομικά κεκτημένα, είτε χειρότερα,
αποδεχόμενη την τουρκική «λύση».
Επικεντρωνόμαστε στην ουσία γιατί βρίσκεται σε εξέλιξη μια στρατηγική αντιπαλότητα
στην Αν. Μεσόγειο και δημιουργείται πρωτοφανής ρευστότητα με επίκεντρο την
ενέργεια. Και θα υπάρχει σωστή και λάθος επιλογή που θα καθορίσει το μέλλον του
ελληνισμού ευρύτερα. Αυτή την ώρα η Τουρκία επιδιώκει
οτιδήποτε για να ματαιώσει την επικείμενη δυναμική. Τελικά, θα βγάλουμε
τα μάτια μόνοι μας ή θα αξιοποιήσουμε την ιστορική ευκαιρία;