Η
οικονομία είναι κατά βάση μια κοινωνική επιστήμη με τους δικούς της κανόνες στον
πυρήνα της, αλλά και με αδυναμίες. Οι αποδεκτοί επιστημονικοί της νόμοι είναι κατανοητοί
στη βάση της κοινής λογικής, αλλά η κοινωνική της φύση δημιουργεί διαφορετικές
σχολές σκέψεις και προσεγγίσεις. Αυτή η εσωτερική αδυναμία μαζί με το γεγονός ότι
οικονομία και πολιτική πάνε μαζί, κάνουν την επιστήμη της οικονομίας τρωτή σε
αυθαιρεσίες π.χ. θεωρίες χωρίς ουσία ή χειρότερα, σκοπιμότητες και ιδιοτέλεια παρουσιάζονται
με επιστημονικό μανδύα. Κανονικά, κάθε
άποψη έπρεπε να κρίνεται πρωτίστως από το περιεχόμενό της. Όχι λόγω ευνοϊκής προβολής
στα ΜΜΕ, ή κατά πόσον ο «ειδικός» ευθυγραμμίζεται με την πολιτική εξουσία. Δυστυχώς,
κριτήρια πέραν από την ουσία, φανερώνουν την υποταγή της επιστήμης στις μικροπολιτικές.
Τα κριτήρια επιστημονικής ικανότητας επικεντρώνονται στο ουσιαστικό έργο για
διαχείριση κύριων οικονομικών θεμάτων π.χ.
η επαλήθευση των εκτιμήσεων και προβλέψεων, η δυνατότητα να παρέχει εφικτές
εισηγήσεις σε δύσκολες συνθήκες. Πως αξιολογείται ένας επιστήμονας που ανάλωσε τις
θεωρίες του στην προληπτική διαχείριση των επιδημιών αλλά δεν έχει την
παραμικρή πρόβλεψη για την μεγαλύτερη επιδημία του αιώνα ανά την υφήλιο που
του συνέβηκε;
Σε
πολιτικό επίπεδο, η φοβερή έλλειψη οικονομικών πόρων, επιβάλλει πως κάθε
απόφαση βασίζεται απόλυτα στην ευθυκρισία: Τι είναι εκείνο που προέχει έναντι
κάθε άλλου υπό τις εκάστοτε συνθήκες; Και παρά τις λανθασμένες πολιτικές αποφάσεις,
η επιστήμη δεν επικεντρώνεται στην ανακύκλωση ευθυνών αλλά στην αναζήτηση εισηγήσεων
για το μέλλον.
Η ανατροπή
της εμπιστοσύνης προς το καταθετικό σύστημα (π.χ. Τρ. Κύπρου) αποτελεί σήμερα δυναμική
για να συντρίψει ολόκληρη την οικονομία. Τα επικοινωνιακά τεχνάσματα και οι
αισιόδοξες θεωρίες στα ΜΜΕ δεν
αποκαθιστούν την εμπιστοσύνη, ούτε μας σώζουν από τη συντριβή. Άλλωστε, με βάση
τη θεωρία τους, το κούρεμα ασφαλισμένων καταθέσεων ήταν το μέτρο που θα αποκαθιστούσε
την εμπιστοσύνη στην οικονομία! Σύγχρονη
οικονομία χωρίς σταθερό καταθετικό σύστημα δεν υπάρχει. Αλλά, η αποκατάσταση
της εμπιστοσύνης ξεκινά με εφικτά «μικρά» βήματα π.χ. τα πρόσωπα που
διαχειρίζονται τα καυτά θέματα τυγχάνουν εμπιστοσύνης; Τα προτεινόμενα μέτρα
είναι απόλυτα συμβατά με το δημόσιο συμφέρον;
Εδώ και μήνες
προτείνουμε την ανάγκη να μειωθούν τα δανειστικά επιτόκια με παρέμβαση της
πολιτείας. Μετά από αρκετές παρεμβάσεις, ορισμένοι πολιτικοί αναφέρθηκαν στην
ανάγκη μείωσης των δανειστικών επιτοκίων, χωρίς κάτι συγκεκριμένο. Εδώ έγκειται
η διαφορά της επιστήμης από την πολιτική η οποία έμεινε στην επικοινωνιακή
προβολή χωρίς ουσία. Η πολιτεία έκρινε πρώτιστο την παραχώρηση άλλου «δώρου» στις
τράπεζες με μείωση του καταθετικού επιτοκίου αλλά η μείωση του δανειστικού
αφήνεται στις … θεωρίες. Μια παρέμβαση για μείωση του δανειστικού επιτοκίου, προσφέρει
πλεονεκτήματα στη σημερινή πραγματικότητα: άμεσο ανακουφιστικό όφελος στην
κοινωνία που δυσπραγεί, μειώνει τις καταχρηστικές χρεώσεις των τραπεζών κ.ά.
Σημαντικό πλεονέκτημα είναι επίσης το πλαίσιο βεβαιότητας στο οποίο θα λειτουργούν
οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, επάναγκες στην παρούσα αβέβαιη φάση αφού η
σταθερότητα που δημιουργείται δημιουργεί μεγάλη πρόσθετη αξία. Από την άλλη, η
Ισλανδική εμπειρία προσφέρει συσσωρευμένη επιστημονική γνώση για την δική μας
περίπτωση ώστε και οι ξένοι το υποδεικνύουν. Η τιμωρία των ενόχων και υπευθύνων
είναι σημαντικό για λόγους αποκατάστασης της δικαιοσύνης αλλά και για να μπορεί
να χτιστεί το νέο σύστημα οικονομίας και εξουσίας βασισμένο στην εμπιστοσύνη.
Τα πιο πάνω είναι ενδεικτικά και φυσικά δεν λύνουν τα προβλήματα, αλλά φανερώνουν
την επικρατούσα διαχείριση.
Πάντως, η
περίπτωση της Τρ. Κύπρου θα φανερώσει τις ουσιαστικές προθέσεις της Ε.Ε. Αν αφεθεί
η Τρ. Κύπρου να βουλιάξει, σκοπός ήταν εξαρχής η συντριβή της κυπριακής
οικονομίας με απώτερο στόχο τα έσοδα από το φυσικό αέριο με τις πολιτικές
επιπτώσεις. Αν υπάρξει παρέμβαση, σημαίνει πως επενδύουν στην θεωρία του
«κυπριακού πειράματος» ως υπόδειγμα για άλλους.